Перевод: со всех языков на греческий

с греческого на все языки

το ματς

См. также в других словарях:

  • ματς — (I) το (άκλιτο) 1. αγώνας μεταξύ δύο αθλητών ή μεταξύ δύο ομάδων («δυστυχώς, δεν έλειψε και από αυτό το ποδοσφαιρικό ματς η βία») 2. φρ. «δίνω ματς» καβγαδίζω, τσακώνομαι. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. match]. (II) τα (άκλιτο) 1. (συνήθως μαζί με το μουτς) …   Dictionary of Greek

  • ματς — το άκλ. (λ. αγγλ.), αγώνας μεταξύ δύο αθλητών ή αθλητικών ομάδων: Το ματς έληξε ισόπαλο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ματσάκι — (I) το [μάτσο] (μόνο στην ονομ. και αιτ. εν. και πληθ.) μικρό μάτσο, μικρή δέσμη («δώστε μου, παρακαλώ, ένα ματσάκι μαϊδανό»). (II) το [ματς (Ι)] πρόχειρα οργανωμένος αγώνας, ματς …   Dictionary of Greek

  • Cross-linguistic onomatopoeias — Sinhala is written in a non Latin script. Sinhala text used in this article is transliterated into the Latin script according to the ISO 15919 standard. Because of the nature of onomatopoeia, there are many cross linguistic cognates of… …   Wikipedia

  • Dimitris Froxylias — Personal information Full name Dimitris Froxylias Date of birth 28 June 1993 ( …   Wikipedia

  • Βαρελλά, Αγγελική — (Θεσσαλονίκη 1930 –). Αρχαιολόγος και λογοτέχνης. Σπούδασε αρχαιολογία στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, σταδιοδρόμησε όμως ως υπάλληλος στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος. Παράλληλα, ασχολήθηκε και με τη λογοτεχνία, κυρίως την παιδική …   Dictionary of Greek

  • Δομάζος, Μίμης — (Αθήνα 1941 –). Ποδοσφαιριστής. Ο αποκαλούμενος στρατηγός του ελληνικού ποδοσφαίρου συνέδεσε στην πολύχρονη καριέρα του το όνομά του με ορισμένες από τις σημαντικότερες επιτυχίες του αθλητισμού της χώρας. Ξεκίνησε το ποδόσφαιρο στην Άμυνα… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Μανιώτης, Γιώργος — (Αθήνα 1951 –). Λογοτέχνης. Σπούδασε στη νομική σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ασχολήθηκε όμως με τη λογοτεχνία. Έγραψε ποιήματα, θεατρικά, διηγήματα κ.ά. Στα ελληνικά γράμματα παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1970 με την… …   Dictionary of Greek

  • είμαι — είσαι, είναι, είμαστε, είστε, είναι, μτχ. όντας, πρτ. ήμουν, ήσουν, ήταν, ήμαστε, ήσαστε, ήταν (οι άλλοι χρόνοι αναπληρώνονται από τα ρ. υπάρχω, γίνομαι)· όταν η προηγούμενη λέξη είναι οξύτονη φωνηεντόληκτη, συχνά οι τύποι του ενεστ. και του πρτ …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εικόνα — η 1. αναπαράσταση πραγματικής ή φανταστικής μορφής με τις πλαστικές ή διακοσμητικές τέχνες (άγαλμα, ανάγλυφο, ζωγραφιά, κέντημα κτλ.), ομοίωμα μορφών και πραγμάτων: Ο προϊστάμενος έχει στο γραφείο του την εικόνα του πρωθυπουργού. 2. αγιογραφία,… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»